ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ Α2 ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΤΜΗΜΑ ΑΡ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ 821/2012

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ (Πολιτικό)
ΑΡ. ΑΠΟΦ: 821/2012
ΔΙΚΑΣΤΕΣ: Αθ. Κουτρομάνος, Αντιπρόεδρος Α.Π., Δήμητρα Παπαντωνοπούλου, Γεράσιμος Φουρλάνος, Ευφημία Λαμπροπούλου (Εισηγήτρια) Αρεοπαγίτες.
*
*
Δικηγόρος του γραφείου μας: Κυριάκος Ελ. Μακαρώνας
*
Διατάξεις: 806 Α.Κ., 138 παρ. 1 Α.Κ., 559 αριθ. 19 Κ.Πολ.Δ.

Σύμβαση δανείου- Καταρτίζεται με τη μεταβίβαση της κυριότητας του δανειζομένου πράγματος (δανείσματος) στον οφειλέτη από τον δανειστή -Εικονική δικαιοπραξία – Αναιρείται η εφετειακή διότι ενώ δέχεται ότι οι συμβάσεις ήσαν εικονικές (επειδή δεν μεταβιβάσθηκαν τα χρηματικά ποσά των δανείων στη δανειολήπτρια εταιρεία) δέχθηκε ταυτοχρόνως και ότι τα χρηματικά ποσά του δανείου διατέθηκαν από τη δανειολήπτρια για τις ανάγκες συγγενούς της δανειοληπτρίας εταιρείας (άρα δέχεται ότι πράγματι δόθηκαν στη δανειολήπτρια).
Το ότι ο οφειλέτης – δανειολήπτης δεν χρησιμοποιεί το δάνεισμα για την κάλυψη αναγκών δικών του αλλ’αναγκών τρίτων δεν καθιστά εικονική τη σύμβαση του δανείου – Η εφετειακή στερείται νομίμου βάσεως διότι διαλαμβάνει ανεπαρκείς και αντιφατικές αιτιολογίες.- Παρέλκει η έρευνα των λοιπών λόγων.
*

Αριθμός 821/2012
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Α2′ Πολιτικό Τμήμα
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές: Αθανάσιο Κουτρομάνο, Αντιπρόεδρο, Δήμητρα Παπαντωνοπούλου, Χρυσόστομο Ευαγγέλου, Ευφημία Λαμπροπούλου και Γεράσιμο Φουρλάνο, Αρεοπαγίτες.
ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο κατάστημά του στις 12 Δεκεμβρίου 2011, με την παρουσία και της γραμματέως Αικατερίνης Σιταρά, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Του αναιρεσείοντος: (…..) κατοίκου (……) ο οποίος παραστάθηκε με τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Κυριάκο Μακαρώνα.
Των αναιρεσιβλήτων: (……) οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τους πληρεξούσιους δικηγόρους τους Φανή Καραγιάννη και Φώτιο Κρεμμύδα.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 5-9-2004 αγωγή του ήδη αναιρεσείοντος, που κατατέθηκε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Κεφαλληνίας. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 19/2007 του ίδιου Δικαστηρίου και 960/2009 του Εφετείου Πατρών. Την αναίρεση της τελευταίας αποφάσεως ζητεί ο αναιρεσείων με την από 10-3-2010 αίτησή του και τον από 12-10-2011 πρόσθετο λόγο αυτής.
Κατά τη συζήτηση της αιτήσεως αυτής και του πρόσθετου λόγου της που εκφωνήθηκαν από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Η
εισηγήτρια Αρεοπαγίτης Ευφημία Λαμπροπούλου ανέγνωσε την από 2-12-2011 έκθεσή της, με την οποία εισηγήθηκε την αναίρεση της προσβαλλόμενης αποφάσεως κατά παραδοχή
των πρώτου, δεύτερου και τρίτου λόγων της υπό κρίση αιτήσεως αναιρέσεως και του πρόσθετου λόγου της κατά το δεύτερο σκέλος του, την  απόρριψη δε των λοιπών λόγων αναιρέσεως και του πρόσθετου λόγου κατά το πρώτο σκέλος του. Ο πληρεξούσιος του αναιρεσείοντος ζήτησε την παραδοχή της αιτήσεως και του πρόσθετου λόγου της, οι πληρεξούσιοι των αναιρεσιβλήτων την απόρριψή τους, καθένας δε την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Κατά το άρθρο 806 Α.Κ. «Με τη σύμβαση του δανείου ο ένας από τους συμβαλλομένους μεταβιβάζει στον άλλον κατά κυριότητα χρήματα ή άλλα αντικαταστατά πράγματα, και αυτός έχει υποχρέωση να αποδώσει άλλα πράγματα της ίδιας ποσότητας και ποιότητας». Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι η ετεροβαρής σύμβαση του δανείου καταρτίζεται με τη μεταβίβαση της κυριότητας του δανειζομένου πράγματος από το δανειστή προς τον οφειλέτη. Περαιτέρω κατά το άρθρο 138 παρ.1 Α.Κ. «Δήλωση βούλησης που δεν έγινε στα σοβαρά παρά μόνο φαινομενικά (εικονική) είναι άκυρη». Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι για την εικονικότητα μιας δικαιοπραξίας αρκεί η ελαττωματικότητα της δηλωθείσης βουλήσεως του δικαιοπρακτούντος ή των δηλωθεισών βουλήσεων των δικαιοπρακτούντων, συνισταμένη στο ότι αυτή δεν αποσκοπεί πράγματι στην παραγωγή των εννόμων αποτελεσμάτων της καταρτιζόμενης δικαιοπραξίας (Α.Π.1620/ 2008). Στην προκειμένη περίπτωση με την προσβαλλόμενη απόφαση έγιναν δεκτά τα εξής: «…Οι καταρτισθείσες προφορικά στην Αθήνα στις 2-4-1992 και 2-1 1-1992 μεταξύ της πρώτης των εκκαλουσών [ήδη πρώτης αναιρεσιβλήτου της οποίας ομόρρυθμα μέλη είναι οι δεύτερη και τρίτος αναιρεσίβλητοι] εταιρείας με την επωνυμία (……)  και του εφεσιβλήτου-ενάγοντος [ήδη αναιρεσείοντος] ……………… δύο δανειακές συμβάσεις ποσού δραχμών 35.000.000 η καθεμία, ήταν εικονικές και ως εκ τούτου άκυρες ως δικαιοπραξίες καθόσον αποδείχθηκε ότι κανένα ποσό δεν διαχειρίστηκε η πρώτη εκκαλούσα εταιρεία για την επίτευξη του σκοπού της ή για οποιαδήποτε άλλη αιτία, αφού η εν λόγω εταιρεία ουδέποτε ανέπτυξε κάποια επιχειρηματική ή άλλη δραστηριότητα από της συστάσεώς της (3-6-1985) μέχρι 30-12-2005… δεδομένου ότι δεν είχε προβεί σε θεώρηση βιβλίων και στοιχείων του Κ.Β.Σ. και κατά συνέπεια νομικά ήταν αδύνατο να δικαιολογηθεί το δάνειο για τις ανάγκες της εμπορίας της. Άλλωστε, μη έχουσα αναπτύξει καμία επιχειρηματική δραστηριότητα, όπως όλοι οι εταίροι της (…………………..) συνομολογούν, κανένα οικονομικό πρόβλημα δεν αντιμετώπιζε κατά τον κρίσιμο χρόνο της κατάρτισης των επίμαχων συμβάσεων και δεν είχε ανάγκη να προσφύγει σε δανεισμό. Τα χρήματα διατέθηκαν για δραστηριότητες της διαφορετικής από την εκκαλούσα εταιρεία των (……………………….) με την επωνυμία ………………………………… η οποία ήταν πλοιοκτήτρια και αντιμετώπιζε οικονομικές δυσχέρειες που βάρυναν και προσωπικά τους εταίρους της (………………………..). Επομένως η εκκαλούσα δεν απέκτησε και την κυριότητα των χρημάτων του ένδικου δανείου, αφού δεν χρησιμοποίησε τα δανειζόμενα ποσά για κεφάλαιο κινήσεως για την άσκηση ανύπαρκτων επιχειρηματικών της δραστηριοτήτων.
Αμφότερα δε τα συμβληθέντα μέρη γνώριζαν το γεγονός αυτό λόγω του υπάρχοντος μεταξύ τους φιλικού δεσμού.
Άλλωστε στην κρινόμενη αγωγή πουθενά δεν αναφέρεται ο τρόπος και ο χρόνος της καταβολής των δύο δανείων αλλά απλή αναφορά γίνεται ότι δυνάμει των εν λόγω ένδικων συμβάσεων κατέβαλε ο εφεσίβλητος στην πρώτη εκκαλούσα εταιρεία δύο φορές ως δάνειο ποσό δραχμών 35.000.000 και συνολικά 75.000.000 δραχμών, χωρίς να
αναφέρεται πότε κατέβαλε τα ποσά αυτά ούτε με ποιο τρόπο (τραπεζικό έμβασμα, επιταγή, μετρητά κλπ.)… Την κρίση αυτή του δικαστηρίου (περί εικονικότητας των δανειακών
συμβάσεων) ενισχύει και το γεγονός ότι ο εφεσίβλητος, αν και είχε οικονομικές διαφορές με τον εν λόγω εταίρο-μάρτυρα (……………..) που καθιστούσαν αβέβαιη την ικανοποίηση της
απαιτήσεώς του -απόδοση του δανείου- αδράνησε αδικαιολόγητα, από το έτος 1992 που γράφτηκαν οι εν λόγω προσημειώσεις μέχρι το έτος 2004 που άσκησε την κρινόμενη αγωγή του, να επιδιώξει την είσπραξη των καταβληθέντων,
γνωρίζοντας την αφερεγγυότητα των οφειλετών του-εταίρων της οφειλέτριας εταιρείας. Επεχείρησε δε την είσπραξη μετά πάροδο δώδεκα (12) ετών από τη γέννηση της απαιτήσεώς
του, ενεργώντας κατά τρόπο ενάντια στη λογική και την κοινή πείρα (εφόσον το δάνειο ήταν αποδοτέο σε ένα χρόνο από την κατάρτισή του) όταν πλέον είχαν αποχωρήσει οι
προηγούμενοι οφειλέτες-εταίροι (φίλοι του), οι οποίοι κατά τους ισχυρισμούς του εφεσιβλήτου είχαν λάβει τα χρήματα του δανείου, όταν αυξήθηκε το εταιρικό κεφάλαιο της εκκαλούσας εταιρείας με καταβολές από τον νυν εκκαλούντα
και χωρίς προηγουμένως να έχει προηγηθεί οποιαδήποτε εξώδικη όχληση αυτού. Ήδη από το έτος 1998… είχε στραφεί ο εφεσίβλητος εναντίον του (…………….) και βρισκόταν σε
αντιδικία μαζί του, διεκδικώντας το ποσό των 100.000.000 δραχμών το οποίο του επιδικάστηκε τελεσίδικα με την υπ’ αριθ.293/2008 απόφαση του δικαστηρίου αυτού-Εφετείου
Πατρών. Κατ’ ακολουθίαν των παραπάνω το δικαστήριο κρίνει ότι οι εν λόγω δανειακές συμβάσεις που φέρονται με την κρινόμενη αγωγή ότι καταρτίστηκαν από τον εφεσίβλητο
και την πρώτη των εκκαλούντων εταιρεία με την τότε επωνυμία (…………….) και οι προσημειώσεις που είχαν εγγραφεί ήταν εικονικές και κατά το φαινόμενο, χωρίς στην πραγματικότητα να υπάρχουν απαιτήσεις του εφεσίβλητου κατά της εκκαλούσας. Συνεπώς, κατά παραδοχή της σχετικής ενστάσεως των εναγομένων, είναι άκυρες ως εικονικές οι συμβάσεις (άρθρα 138 παρ.1 και 180 Α.Κ.), η δε εικονικότητα της δανειακής συμβάσεως δεν αποκλείεται από τη δοθείσα ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών συναίνεση της εφεσίβλητης εταιρείας προς εγγραφή προσημειώσεως υποθήκης επί ακινήτου της μετά τη συνομολόγηση του δανείου και τις με βάση αυτή εκδοθείσες υπ’ αριθ. 8193/1992 και 19300/1992 αποφάσεις του πιο πάνω δικαστηρίου, δεδομένου ότι… η εικονικότητα αποκλείεται μόνο επί δικαιοπραξιών γενομένων με τη σύμπραξη της αρχής και όχι επί εκείνων στις οποίες η αρχή πιστοποιεί απλώς την εξωτερικευθείσα δήλωση, όπως στην προκειμένη υπόθεση». Με βάση τις πιο πάνω παραδοχές το εφετείο δέχθηκε την έφεση των αναιρεσιβλήτων κατά της
αποφάσεως του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, με την οποία είχε γίνει δεκτή η αγωγή των αναιρεσείοντος ως κατ’ ουσίαν βάσιμη, εξαφάνισε την εκκαλούμενη απόφαση και, αφού
κράτησε την υπόθεση, απέρριψε την αγωγή ως κατ’ ουσίαν αβάσιμη κατά παραδοχή της ενστάσεως των αναιρεσιβλήτων περί εικονικότητος των συμβάσεων δανείου που φέρονταν ότι
είχαν καταρτισθεί μεταξύ του αναιρεσείοντος και της πρώτης από αυτούς. Έτσι που έκρινε το εφετείο στέρησε την απόφασή του νομίμου βάσεως διότι διέλαβε σ’ αυτήν
ανεπαρκείς και αντιφατικές αιτιολογίες ως προς το κρίσιμο ζήτημα της εικονικότητας των ένδικων συμβάσεων δανείου.
Ειδικότερα αρχικά μεν δέχθηκε ότι οι συμβάσεις αυτές ήταν εικονικές (δηλαδή ότι τα χρηματικά ποσά των δανείων δεν μεταβιβάσθηκαν κατά κυριότητα από τον αναιρεσείοντα στην
πρώτη αναιρεσίβλητη), στη συνέχεια δε ότι «τα χρήματα διατέθηκαν για δραστηριότητες της διαφορετικής από την εκκαλούσα εταιρείας των …………»,  (διατύπωση από την οποία εμμέσως συνάγεται ότι κατά την προσβαλλομένη τα ποσά των δανείων μεταβιβάσθηκαν μεν κατά κυριότητα από τον αναιρεσείοντα στην πρώτη αναιρεσίβλητη, δεν διατέθηκαν όμως για τις ανάγκες αυτής αλλά για τις ανάγκες άλλης εταιρείας).

Επί πλέον ασαφής είναι η παραδοχή της ότι «επομένως η εκκαλούσα δεν απέκτησε και την κυριότητα των χρημάτων του ένδικου δανείου αφού δεν χρησιμοποίησε τα δανειζόμενα
ποσά για κεφάλαιο κινήσεως για την άσκηση ανύπαρκτων επιχειρηματικών της δραστηριοτήτων», διότι δεν καθιστά εικονική τη σύμβαση του δανείου το γεγονός ότι ο οφειλέτης
δεν χρησιμοποίησε το ποσό του για την κάλυψη δικών του αναγκών αλλά αναγκών τρίτων. Συνεπώς οι σχετικοί δεύτερος λόγος της υπό κρίση αιτήσεως αναιρέσεως και πρόσθετος
λόγος κατά το δεύτερο σκέλος του, με τους οποίους ο αναιρεσείων, επικαλούμενος το άρθρο 559 αριθ. 19 Κ.Πολ.Δ., αποδίδει στην προσβαλλόμενη απόφαση την πιο πάνω
πλημμέλεια, είναι βάσιμοι.
Επομένως πρέπει να γίνουν δεκτοί οι αναιρετικοί αυτοί λόγοι, παρελκούσης της έρευνας των λοιπών και να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση, να παραπεμφθεί δε η υπόθεση
στο ίδιο δικαστήριο, η σύνθεση του οποίου από άλλους δικαστές είναι δυνατή (άρθρο 580 παρ.3 Κ.Πολ.Δ.) και να καταδικασθούν οι αναιρεσίβλητοι στη δικαστική δαπάνη του
αναιρεσείοντος σύμφωνα με το σχετικό αίτημα του τελευταίου (άρθρα 176, 183 και 191 παρ.2 Κ.Πολ.Δ.).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την 960/2009 απόφαση του Εφετείου Πατρών.
Παραπέμπει την υπόθεση προς περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο δικαστήριο που θα συγκροτηθεί από άλλους
δικαστές.
Καταδικάζει τους αναιρεσιβλήτους στη δικαστική δαπάνη του αναιρεσείοντος, την οποία ορίζει σε τρεις χιλιάδες (3.000) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 10 Απριλίου 2012.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 15 Μαΐου 2012.