ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΑΡ. ΑΠΟΦΑΣΗΣ:309/2014

Αποκλεισμός εταίρου Ομορρύθμου Εταιρείας – Σπουδαίος λόγος – Κριτήρια – Υποχρέωση πίστης και αμοιβαίας εμπιστοσύνης – Παράλληλη άσκηση συναφούς δραστηριότητας – προσδιορισμός από το Δικαστήριο του ύψους του ποσού της εταιρικής μερίδας του αποκλειομένου – Αρμοδιότητα – Απόδοση αυτουσίας της εισφοράς σε είδος.

*

Δικαστής: Παναγιώτα Μέντζα

Δικηγόρος του γραφείου μας: Κυριάκος Ε. Μακαρώνας

*     *     *     *     *


ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΎΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθ. 249, 259, 294, όπως ισχύουν, σύμφωνα με το άρθ. 330 του Ν. 4072/2012, συνάγεται ότι η ομόρρυθμη εταιρεία λύεται με δικαστική απόφαση ύστερα από αίτηση εταίρου, εφόσον υπάρχει σπουδαίος λόγος. Η δικαστική λύση της εταιρείας για σπουδαίο λόγο αφορά τόσο την εταιρεία αορίστου χρόνου όσο και την ορισμένου χρόνου. Λαμβάνοντας υπόψη την αρχή της διατήρησης της επιχείρησης και δεδομένου ότι προβλέπεται και δικαίωμα εξόδου του εταίρου (άρθ. 261 ν. 4072/2012), το δικαίωμα δικαστικής λύσης της εταιρείας συνιστά έσχατο μέσον αντιμετώπισης της κατάστασης, που ανέκυψε με τη συνδρομή του σπουδαίου λόγου και εγείρεται επομένως μόνο σε περίπτωση που δεν ανευρέθη άλλος τρόπος άρσης του αδιεξόδου. Ο σπουδαίος λόγος κρίνεται κατά τις περιστάσεις και σε συνάρτηση με τη γενικότερη οργάνωση της συγκεκριμένης εταιρείας. Αυτή η οργάνωση θα αποτελεί τον κύριο οδηγό για την εκτίμηση της σοβαρότητας της κατάστασης που δημιούργησε ο επικαλούμενος σπουδαίος λόγος. Η ύπαρξή του θα πρέπει πάντως να έχει ιδιαίτερη βαρύτητα και σημαντικές επιπτώσεις στην ομαλή λειτουργία της εταιρείας. Αυτές οι επιπτώσεις είναι απαραίτητο να παρουσιάζουν το στοιχείο της μονιμότητας και να μην έχουν προσωρινό χαρακτήρα. Εξάλλου, ο σπουδαίος λόγος πρέπει, κατά βάση να αναφέρεται στις σχέσεις της εταιρείας και όχι στο πρόσωπο των εταίρων, εκτός αν στη συγκεκριμένη περίπτωση, τα προσωπικά στοιχεία παίζουν πρωτεύοντα ρόλο. Περιστατικά που συνιστούν σπουδαίο λόγο είναι, υπό το πρίσμα των νέων διατάξεων, η κακή πορεία των εταιρικών υποθέσεων και η έλλειψη κερδών, η αθέτηση των εταιρικών υποχρεώσεων και η κακή διαχείριση των εταιρικών υποθέσεων (Μ.Π.Θεσ. 4842/2013 ΝΟΜΟΣ), καθώς και οποιοδήποτε περιστατικό, το οποίο σύμφωνα με την αρχή της καλής πίστης και τα συναλλακτικά ήθη, κάνει επαχθή για τον καταγγέλλοντα εταίρο τη συνέχιση της εταιρείας. Περαιτέρω, κατά την παράγραφο 3 εδ. α΄ του άρθ. 261 ορίζεται ότι στην εταιρεία ορισμένου χρόνου η καταβολή της αξίας συμμετοχής στον εξερχόμενο εταίρο εξαρτάται από τη συμβολή σπουδαίου λόγου και στο εδ. β΄ ότι «Αν το δικαστήριο που αναφέρεται στην παράγραφο 2 του άρθ. 259 κρίνει ότι δεν συντρέχει σπουδαίος λόγος, ο εταίρος δεν έχει αξίωση για καταβολή της αξίας της συμμετοχής του». Επίσης, στο άρθρο 263 ορίζεται ότι «αν συντρέχει στο πρόσωπο ενός εταίρου περιστατικό που θα δικαιολογούσε τη λύση της εταιρείας σύμφωνα με την περίπτωση δ΄ της παραγράφου 259, το Δικαστήριο μπορεί, ύστερα από αίτηση των λοιπών εταίρων, κατά την εκουσία δικαιοδοσία, αντί της λύσης της εταιρείας, να διατάξει τον αποκλεισμό του εταίρου». Κατά δε το άρθ. 264 παρ. 1 ορίζεται ότι «σε περίπτωση εξόδου ή αποκλεισμού εταίρου η εταιρεία του αποδίδει αυτούσια τα αντικείμενα που είχε εισφέρει κατά χρήση», παρ. 2 «εφόσον δεν προβλέπεται διαφορετικά στην εταιρική σύμβαση, ο εξερχόμενος ή ο αποκλειόμενος εταίρος, με την επιφύλαξη του β΄ εδαφίου της παραγράφου 3 του άρθ. 261, έχει αξίωση κατά της εταιρίας για καταβολή της πλήρους αξίας της συμμετοχής του. Σε περίπτωση μη συμφωνίας των εταίρων ως προς την αξία συμμετοχής, η αξία που καταβάλλεται ορίζεται από το δικαστήριο του άρθ. 259 παρ. 2 με τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας».

Στην προκειμένη περίπτωση, με την αριθ. κατάθεσης (……) αίτηση ο αιτών επικαλούμενος έννομο συμφέρον, όπως προκύπτει από όλο το περιεχόμενο της και τη συνδρομή των αναφερόμενων σπουδαίων λόγων, ζητεί να αποκλειστεί ο καθού από εταίρος της ομόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία (……) με έδρα την Αθήνα και να καταδικαστεί στην καταβολή των δικαστικών του εξόδων.

Με το περιεχόμενο αυτό, η αίτηση αρμοδίως και παραδεκτά φέρεται προς συζήτηση στο παρόν Δικαστήριο κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας (άρθ. 259 ν. 4072/2012 σε συνδ. με τα άρθ. 739, 740 παρ. 1 του Κ.Πολ.Δικ., όπως αντικαταστάθηκε από το άρθ. 8 παρ. 1 ν. 4198/11.10.2013, 739, 741 Κ.Πολ.Δικ., αφού σημειωθεί ότι πρόκειται για μη γνήσια υπόθεση εκούσιας δικαιοδοσίας και δεν εφαρμόζεται το 740 παρ. 2 Κ.Πολ.Δικ. – Δ. Μακρής, Εκουσία δικαιοδοσία, έκδ. 2012 σελ. 27). Είναι νόμιμη στηριζόμενη στις αντίστοιχες προαναφερθείσες διατάξεις του ν. 4072/2012, άρθ. 771 Α.Κ., 176 Κ.Πολ.Δικ.. Επομένως, πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν.

Με την αριθ. κατάθεσης (……) αίτηση, ο αιτών, επικαλούμενος έννομο συμφέρον, όπως προκύπτει από το περιεχόμενο αυτής και τη συνδρομή του αναφερόμενου λόγου, ζητεί να διαταχθεί η λύση της εταιρείας (……), της οποίας μαζί με τον α΄ καθού είναι ομόρρυθμα μέλη, την θέση αυτής υπό εκκαθάριση με εκκαθαριστές τον ίδιο και τον καθού, την εγγραφή των ονομάτων των εκκαθαριστών στο Γ.Ε.ΜΗ. και μετά το πέρας της εκκαθάρισης και την απόσβεση του παθητικού, την απόδοση του απομένοντος ενεργητικού της εταιρικής περιουσίας στους εταίρους κατά το λόγο της εταιρικής τους συμμετοχής. Επικουρικώς δε, ζητεί όπως διευκρίνισε στο ακροατήριο να προσδιοριστεί η πραγματική αξία της μερίδας συμμετοχής του στην εταιρεία κατά την 31.01.2014 στο ποσό των (……) και να καταδικαστούν οι καθών στην καταβολή των δικαστικών του εξόδων.

Με το ανωτέρω περιεχόμενο, η αίτηση, αρμοδίως και παραδεκτά εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας (άρθ. 259 ν. 4072/2012 σε συνδ. με τα άρθ. 739, 740 παρ. 1 Κ.Πολ.Δικ., όπως αντικαταστάθηκε από το άρθ. 8 παρ. 1 ν. 4198/11.10.2013, 786 παρ. 1, 741 παρ. 2, 25 παρ. 2 Κ.Πολ.Δικ., εφόσον σημειωθεί ότι πρόκειται για μη γνήσια υπόθεση εκούσιας δικαιοδοσίας και δεν εφαρμόζεται το 740 παρ. 2 Κ.Πολ.Δικ. – Δ. Μακρής, Εκουσία δικαιοδοσία, έκδ. 2012 σελ. 27). Είναι νόμιμη στηριζόμενη στις αντίστοιχες διατάξεις των άρθρων που αναφέρονται στην αρχή της παρούσας και στις διατάξεις των άρθ. 777, 778, 779, 780, 781 Α.Κ., 786 παρ. 1, 176 Κ.Πολ.Δικ.. Πρέπει, επομένως, συνεκδικαζόμενη κατ’ άρθ. 31 παρ. 3, 246 Κ.Πολ.Δικ. με την πρώτη ανωτέρω αίτηση, να ερευνηθεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν.

Από την εκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων των αιτούντων κάθε αίτησης (ενός από κάθε πλευρά) στο ακροατήριο του Δικαστηρίου, οι οποίες περιέχονται στα πρακτικά συνεδρίασης της παρούσας, των προσκομισθέντων και επικαλουμένων εγγράφων και των ισχυρισμών αμφοτέρων των μερών, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα: Δυνάμει του από (……) ιδιωτικού συμφωνητικού, το οποίο δημοσιεύθηκε νόμιμα στο μητρώο εταιρειών του Πρωτοδικείου Αθηνών, με αριθ. (……) και έχει απογραφεί από το Γ.Ε.ΜΗ., συστήθηκε μεταξύ των αιτούντων των αιτήσεων, η ομόρρυθμη εταιρεία με την επωνυμία (……) και το διακριτικό τίτλο (……), με έδρα τον Δήμο Αθηναίων, επί της οδού (……). Σκοπός της εταιρείας είναι η με επίτευξη εμπορικού κέρδους παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών διοίκησης επιχειρήσεων, η εκπόνηση μελετών και παροχή υπηρεσιών στρατηγικής και επικοινωνίας ηλεκτρονικής ή άλλης, συντονισμός, διεξαγωγή και ανάλυση ερευνών αγοράς, ενέργειες και γενικά υπηρεσίες προώθησης μάρκετινγκ, εταιρικής/επιχειρησιακής επικοινωνίας, διαφήμισης και δημοσίων σχέσεων, ανάπτυξη ιστοσελίδων κ.λπ. αναφερομένων δραστηριοτήτων στο χώρο του διαδικτύου, όπως εκτίθενται στο άρθ. 3 της εταιρικής σύμβασης. Η διάρκεια της εταιρείας ορίσθηκε δεκαετής, δηλ. έως την 27.01.2020 (άρθ. 4 της σύμβασης), η δε εισφορά των δύο εταίρων ορίσθηκε στο ποσό των 2.500,00 € για τον καθένα (άρθ. 5 της σύμβασης) και η συμμετοχή τους στις κερδοζημίες σε ποσοστό 50% εκάστου τούτων (άρθ. 8 του καταστατικού). Επίσης, με το άρθ. 7 ορίσθηκε, πλην των άλλων, ότι διαχειριστές και εκπρόσωποι της εταιρείας ορίζονται και οι δύο εταίροι, από κοινού ή χωριστά, οι δε πράξεις αυτών ενεργούμενες υπό την εταιρική επωνυμία και για λογαριασμό της, την δεσμεύουν εφόσον βρίσκονται εντός των πλαισίων που καθορίζονται από τον εταιρικό σκοπό, ενώ οι διαχειριστές δεν δικαιούνται ιδιαίτερη αμοιβή για την εκπλήρωση των καθηκόντων τους. Για τη λήψη αποφάσεων που αφορούν τις εταιρικές υποθέσεις, πέραν της τρέχουσας διαχείρισης, απαιτείται ομοφωνία των εταίρων, λαμβανόμενη κατά τα αναφερόμενα στο άρθ. 8 της εταιρικής σύμβασης. Με το άρθ. 10 της ίδιας σύμβασης ορίσθηκε, πλην άλλων, ότι έξοδος εταίρου δεν επιτρέπεται παρά μόνον στις περιπτώσεις που ρητά καθορίζεται σ’ αυτήν, ενώ με το άρθ. 11 ορίζεται ότι η καταγγελία της εταιρείας από οποιονδήποτε εταίρο πριν την πάροδο του χρόνου διάρκειάς της, που ορίζεται στο άρθ. 4, όπως αυτό κάθε φορά τροποποιείται, ακόμη και αν γίνεται με την επίκληση σπουδαίου λόγου, δεν επιφέρει σε καμία περίπτωση την λύση της εταιρείας, αλλά συνεπάγεται την αυτοδίκαιη έξοδο του καταγγέλλοντος εταίρου από την εταιρεία, η οποία υποχρεούται να του καταβάλλει την αρχική αξία της εισφοράς του. Με το άρθ. 12 του καταστατικού ορίσθηκε η απαγόρευση στους εταίρους με την ενάσκηση επαγγέλματος ή επιχειρήσεως ή γενικώς οποιασδήποτε πράξης όμοιας προς αυτήν της εταιρικής επιχείρησης, όπως και κάθε πράξη ανταγωνιστική της εταιρείας, εξαιρουμένων των ήδη κατά την υπογραφή αυτού (καταστατικού) ασκουμένων ανταγωνιστικών δραστηριοτήτων από κάθε εταίρο, υποχρεουμένων αυτών, σε περίπτωση παράβασης, σε αποζημίωση. Έκτοτε, η εταιρεία άρχισε την λειτουργία της με παροχή προσωπικής εργασίας από τα δύο μέλη της – εταίρους, του μεν αιτούντος της α΄ αγωγής συνεισφέροντος κυρίως τις γνώσεις του και την εμπειρία του για την αγορά υπηρεσιών marketing, επικοινωνίας και διαδικτύου, του δε αιτούντος της β΄ αγωγής προσφέροντος τις γνώσεις και την εμπειρία του για την υλοποίηση του τεχνικοί κυρίως μέρους (όπως προγραμματισμός, λογισμικό υπηρεσιών διαδικτύου κ.λπ. υπηρεσίες). Εν τω μεταξύ ο αιτών της β΄ αίτησης πριν τη σύσταση της προαναφερθείσας εταιρείας, συμμετείχε στην εταιρεία (……) και στην εταιρεία (……), καθώς και στην εταιρεία (……) και (……), τα οποία φυσικά γνώριζε ο αιτών της α΄ αίτησης και αποδέχθηκε, εφόσον οι δραστηριότητες αυτές από τον ανωτέρω εταίρο ασκούνταν ήδη προ της κατάρτισης της πιο πάνω εταιρικής σύμβασης (ο.π. προαναφερθέν άρθ. 12 του καταστατικού). Τον Ιούλιο 2013 ο αιτών της β΄ αίτησης προέβη στη σύσταση νέας εταιρείας (με άλλον εταίρο) με την επωνυμία (……) (βλ. καταστατικό της) με αντικείμενο τη δημιουργία και θέση στη διάθεση των αμοιβαίως ενδιαφερομένων πλευρών συστήματος λογισμικού για την αμοιβαία αναζήτηση – διάθεση καταλυμάτων προσωρινής διαμονής (τουριστική – ξενοδοχειακή εξυπηρέτηση) στην Ελλάδα ή στην αλλοδαπή (ήτοι την εύχρηστη εφαρμογή κινητού τηλεφώνου για τη διαχείριση κρατήσεων και πληρωμών σε ενοικιαζόμενα καταλύματα) και την απευθείας επαφή και συμφωνία μεταξύ τους αντί αμοιβής του, καταβλητέας από τον εκμισθωτή του καταλύματος, ενώ η πρώτη ανάρτηση της ανωτέρω εταιρείας στο διαδίκτυο έγινε την 09.05.2013. Η δραστηριότητα της νέας πιο πάνω εταιρείας στην οποία εταίρος είναι ο αιτών της β΄ αίτησης, ασκεί δραστηριότητα συναφή με την ένδικη εταιρεία, η οποία επιχειρεί και αυτή στο χώρο δημιουργίας ιστοσελίδων, εφαρμογών κλπ. στο διαδίκτυο, γεγονός που ρητά απαγορεύεται από την παρ. 1 του άρθ. 12 της εταιρικής προαναφερόμενης σύμβασης. Εξαιτίας της νέας ενασχόλησης του αιτούντος της β΄ αίτησης, ο ίδιος το καλοκαίρι 2013 άρχισε να μην ασχολείται συστηματικά με την εταιρεία (……), στην οποία μετέβαινε προκειμένου να τελειώσει εργασίες που έπρεπε να υλοποιηθούν από τον ίδιο και αφορούσαν την εταιρεία (πελάτη τους) (……), ενώ τον Σεπτέμβριο 2013 είχε ελαττώσει ακόμη περισσότερο τις μεταβάσεις του στην άνω εταιρεία, γεγονός που δημιούργησε πλείστα προβλήματα στην ομαλή της λειτουργία και τελικώς από την 16.09.2013 έπαυσε να προσέρχεται στα γραφεία αυτής, χωρίς όμως να αποχωρήσει εκουσίως από μέλος αυτής, ο ίδιος δε μέσω του διαδικτύου κατέστησε γνωστό ότι αποχωρεί από την εταιρεία (……) προκειμένου να ξεκινήσει μια καινούργια επιχειρηματική δραστηριότητα. Εξαιτίας της πιο πάνω πλημμελούς εκτέλεσης των καθηκόντων του αιτούντος της β΄ αίτησης, οι οποίες, όπως εκτέθηκαν, άρχισαν το καλοκαίρι μέχρι και το Σεπτέμβριο του 2013, ο αιτών της α΄ αίτησης βρέθηκε σε δύσκολη θέση μη δυνάμενος να ανταποκριθεί στις κάθε φύσεως υποχρεώσεις της εταιρείας, γεγονός που τον ανάγκασε να προβεί σε δύο νέες συνεργασίες (πρόσληψη υπαλλήλων), με περαιτέρω επιβάρυνση των εξόδων της εταιρείας. Πλέον των παραπάνω, ο αιτών – εταίρος της β΄ αίτησης είχε υπό τον έλεγχο του τη βάση δεδομένων των μηνυμάτων ηλεκτρονικής αλληλογραφίας της (……) και την 31.10.2013 διέκοψε την πρόσβαση του αιτούντος της α΄ αίτησης σε τιμολόγια και παραστατικά αποθηκευμένα σε ηλεκτρονικές βάσεις δεδομένων, την οποία αποκατέστησε κατόπιν όχλησης από αυτόν (αιτούντα α΄ αίτησης), γεγονός που δημιούργησε πρόσθετα προβλήματα στην εταιρεία. Επιπλέον, εξαιτίας της προαναφερόμενης συμπεριφοράς του αιτούντος της β΄ αίτησης, διαταράχθηκαν και οι σχέσεις μεταξύ των πιο πάνω εταίρων. Εξάλλου, λόγω του προσωπικού χαρακτήρα της ομόρρυθμης εταιρείας, αλλά και λόγω της απεριόριστης ευθύνης του κάθε εταίρου για τις εταιρικές υποχρεώσεις, οι σχέσεις μεταξύ των εταίρων αυτής, πρέπει να διέπονται από την αρχή της αμοιβαίας εμπιστοσύνης. Η αρχή αυτή υλοποιείται μόνο, εφόσον οι εταίροι τηρούν την υποχρέωση πίστης που τους επιβάλλει ο νόμος και αφορά στις σχέσεις του κάθε εταίρου προς το νομικό πρόσωπο της εταιρείας, αλλά και προς του συνεταίρους του, σύμφωνα με τη διάταξη της 747 Α.Κ.. Η ανωτέρω δε υποχρέωση, η οποία αποτελεί εντονότερη εκδήλωση της γενικής αρχής καλής πίστης (Α.Κ. 288) και η οποία ισχύει περισσότερο για τους εταίρους εκείνους που είναι συγχρόνως και διαχειριστές της εταιρείας, όπως στην προκειμένη περίπτωση, επιβάλλει στους εταίρους την υποχρέωση να προβαίνουν στις ενέργειες που είναι απαραίτητες για την προώθηση και την διαφύλαξη των συμφερόντων τόσο της εταιρείας, όσο και των συνεταίρων τους και γενικά σε κάθε πράξη δυνάμενη να αποβεί προς όφελος της εταιρείας, όπως, επίσης, και να μην ενεργούν για λογαριασμό δικό τους ή άλλον πράξεις που μπορεί να βλάψουν την επίτευξη του εταιρικού σκοπού, μεταξύ των οποίων είναι και η συμμετοχή σε άλλη εταιρεία που επιδιώκει παρεμφερή σκοπό με την εταιρεία στην οποία ήδη είναι μέλη (Δ.Ε.Ε.Ε. Αλεξανδρίδη, έκδ. 2012, σελ. 91 επ.). Η πιο πάνω, λοιπόν, συμπεριφορά του αιτούντος της β΄ αίτησης κρίνεται ότι αντίκειται στις ανωτέρω διατάξεις και κατέστησε επαχθή τόσο τη λειτουργία της εταιρείας όσο και τις σχέσεις του με τον συνεταίρο του αιτούντος της α΄ αίτησης, συνιστά δε σπουδαίο λόγο λύσης της εταιρείας (……), η οποία όμως (δυνατότητα λύσης) αποκλείεται με το άρθ. 11 της εταιρικής σύμβασης, εφόσον γίνει καταγγελία αυτής πριν από την πάροδο του χρόνου διάρκειάς της, όπως συμβαίνει στην προκειμένη περίπτωση, αφού, όπως ήδη αναφέρθηκε, η διάρκεια της εταιρείας είναι μέχρι το 2020. Άλλωστε, αποδείχθηκε ότι η εταιρεία (……) είναι υγιής και βιώσιμη, ο δε αιτών της α΄ αίτησης επιθυμεί τη συνέχισή της, με την είσοδο νέου εταίρου, ενώ ενδεχόμενη λύση αυτής, όπως ζητεί ο αιτών της β΄ αίτησης θα οδηγήσει στη μη παραγωγική λειτουργία της εταιρείας. Ακολούθως, των όσων εκτέθηκαν κρίνεται ότι υφίσταται σπουδαίος λόγος αποκλεισμού του καθού της α΄ αίτησης (αιτούντος στην β΄ αίτηση) από την ανωτέρω εταιρεία. Περαιτέρω, στην περίπτωση αποκλεισμού ενός εταίρου από την εταιρεία, πρέπει να επιστραφούν σε αυτόν αυτούσια τα αντικείμενα, που ενδεχομένως είχε εισφέρει κατά χρήση στην εταιρεία (άρθ. 264 παρ. 1 Ν. 4072/2012). Εξάλλου, όπως αναφέρθηκε, στην εταιρική σύμβαση και στο άρθ. 11 αυτής ορίζεται ότι στην περίπτωση που εταίρος πριν την πάροδο του χρόνου διάρκειας της εταιρείας, προβεί σε καταγγελία αυτής, δεν επέρχεται η λύση της εταιρείας ακόμη και αν γίνεται επίκληση σπουδαίου λόγου, αλλά συνεπάγεται η αυτοδίκαιη έξοδος του καταγγέλλοντος εταίρου, στον οποίο αποδίδεται η αρχική αξία της εισφοράς του. Από την ανωτέρω διάταξη κρίνεται ότι δεν καθορίζεται ρητά το θέμα της καταβολής της αξίας της συμμετοχής του εταίρου στην περίπτωση αποκλεισμού αυτού για σπουδαίο λόγο με δικαστική απόφαση. Εν προκειμένω πρέπει να αναφερθεί ότι η άνω καταβολή συνιστά κεκτημένο δικαίωμα του ανωτέρω εταίρου, ο οποίος μπορεί να προβάλλει την σχετική αξίωση κατά της εταιρείας, όπως συμβαίνει στην υπό κρίση υπόθεση και σε περίπτωση διένεξης μεταξύ των εταίρων, αυτή καθορίζεται από το Δικαστήριο (ο.π. Αλεξανδρίδου σελ. 149). Στην υπό κρίση περίπτωση, οι παραπάνω εταίροι δεν κατέληξαν σε συμφωνία περί της αξίας της συμμετοχής του αιτούντος της β΄ αίτησης, οπότε μέχρι την 31.08.2013, και μετά την επισκόπηση των προσκομισθέντων αντιστοίχων καρτελών από τους πιο πάνω εταίρους, το Δικαστήριο κρίνει ότι η αξία της συμμετοχής του αιτούντος της β΄ αίτησης στην εταιρεία ανέρχεται μέχρι την 31.08.2013 στο ποσό των 17.309,92 €. Ακολούθως, λοιπόν, των εκτεθέντων, η α΄ αίτηση, πρέπει να γίνει δεκτή και ως ουσία βάσιμη και να αποκλεισθεί ο καθού αυτής από την εταιρεία με το διακριτικό τίτλο (……) και να καταδικασθεί αυτός στην καταβολή των δικαστικών εξόδων του αιτούντος (άρθ. 191, 746 εδ. β΄ Κ.Πολ.Δικ.) όπως ορίζεται στο διατακτικό. Η β΄ αίτηση να γίνει εν μέρει δεκτή και ως ουσία βάσιμη μόνον ως προς το σκέλος της αξίωσης του αιτούντος αυτής σχετικά με την αυτούσια απόδοση των πραγμάτων που προσέφερε κατά χρήση στην εταιρεία και τον καθορισμό της εταιρικής του συμμετοχής, ενώ κατά τα λοιπά πρέπει να απορριφθεί ως ουσία αβάσιμη, να μην επιβληθούν δε δικαστικά έξοδα σε βάρος των καθών αυτή (άρθ. 746 εδ. α΄ Κ.Πολ.Δικ.).

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Διατάσσει τη συνεκδίκαση των με αριθ. καταθ. (……) και (……) αιτήσεων.

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων αμφοτέρων των παραπάνω αιτήσεων.

Δέχεται την πρώτη αίτηση [αρ. κατ. (……)].

Διατάσσει τον αποκλεισμό του καθού από την εταιρεία (……) και τον διακριτικό τίτλο (……).

Καταδικάζει τον καθού στην καταβολή των δικαστικών εξόδων του αιτούντος ποσού 150,00 €.

Απορρίπτει ό,τι κρίθηκε απορριπτέο στη δεύτερη ως άνω αίτηση [αρ. κατάθ. (……)].

Δέχεται εν μέρει αυτή. Και

1) Διατάσσει την αυτούσια απόδοση στον αιτούντα των εξής πραγμάτων: 1) ενός ηλεκτρονικού υπολογιστή τύπου HEWLETT PACKARD με τα εγκατεστημένα σ’ αυτόν Λειτουργικό και άλλα προγράμματα, 2) τεσσάρων φορητών τηλεφωνικών συσκευών PHILIPS (ασύρματα) με τη βάση εκάστου, 3) ενός Router LINKSYS, 4) ενός αερόθερμου, 5) ενός επίπλου γραφείου IKEA, 6) πλακέτας με γραφίδα τύπου BAMBOO – WONDER και 7) βιβλίων (τεχνικών εγχειριδίων).

2) Καθορίζει την αξία της συμμετοχής του αιτούντος στην παραπάνω εταιρεία στο ποσό των δεκαεπτά χιλιάδων τριακοσίων εννέα ευρώ και ενενήντα δύο λεπτών (17.309,92 €).

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στην Αθήνα στις 26.02.2014, σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του.

 

Η ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΗΣ                                       Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ