Ανακοπή κατ’ αναγκαστικής εκτέλεσης νομιμοποιείται να ασκήσει εκείνος κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση (καθού η εκτέλεση) ιδιότητα που αποκτάται αποκλειστικά και μόνον όταν επιδοθεί σ’ αυτόν αντίγραφο του απογράφου με επιταγή προς εκτέλεση – Προϋπόθεση για λυσιτελή άσκηση ανακοπής είναι το «εκτελεστό» του προβαλλομένου ως εκτελεστού νομίμου τίτλου άλλως δεν υφίσταται έννομο συμφέρον – Ανακοπή κατ’ αποφάσεως δικαστηρίου που αποκλείει εταίρο από εταιρεία, επειδή και μόνον επεδόθη η απόφαση με παραγγελία να προβεί ο καθ’ ου σε υλική πράξη, είναι απαράδεκτη – 933, 924, 941-944, 945-947 Κ.Πολ.Δ.
*
Δικαστής: Εμορφία Συντάκη
Δικηγόρος του γραφείου μας: Κ. Ε. Μακαρώνας
* * * * *
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από τη διάταξη του άρθρου 933 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ. προκύπτει ότι η ανακοπή κατά της αναγκαστικής εκτέλεσης, με την οποία προβάλλονται αντιρρήσεις που αφορούν την εγκυρότητα του εκτελεστού τίτλου, τη διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης ή την απαίτηση, νομιμοποιούνται να ασκήσουν τα περιοριστικώς αναφερόμενα πρόσωπα, που είναι α) εκείνος κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση και β) κάθε δανειστής του που έχει έννομο συμφέρον. Εξάλλου, όπως προκύπτει από το άρθρο 924 Κ.Πολ.Δ., η ιδιότητα του προσώπου ως καθ’ ου η εκτέλεση και η θέση του ως παθητικού υποκειμένου της εκτελεστικής διαδικασίας νομιμοποιούμενου προς άσκηση της ανακοπής, προσδίδεται αποκλειστικά με την κοινοποίηση σ’ αυτόν αντιγράφου του απογράφου με επιταγή για εκτέλεση (Α.Π. 462/2000 δη, Νόμος). Απαραίτητη προϋπόθεση για τη λυσιτελή άσκηση της ανακοπής εναντίον πράξης της εκτελεστικής διαδικασίας (κατά την Κ.Πολ.Δ. 933 παρ. 1) είναι το εκτελέσιμο του προβαλλόμενου ως εκτελεστού, νόμιμου τίτλου, απαραίτητο είναι, δηλαδή, ο τίτλος αυτός να είναι δυνατό να εκτελεσθεί με κάποιο από τα μέσα της άμεσης (βλ. τις Κ.Πολ.Δ. 941-944) ή της έμμεσης (Κ.Πολ.Δ. 945-947) εκτέλεσης. Διαφορετικά, λείπει το έννομο συμφέρον, για την προσβολή πράξης της. διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης (βλ. Μπρίνια Αναγκαστική Εκτέλεσις, παρ. 155, σελ. 426 επ.), πράγμα που το Δικαστήριο ερευνά αυτεπαγγέλτως (Κ.Πολ.Δ. 73). Περαιτέρω, κατά τους κανόνες των παραγράφων της Κ.Πολ.Δ. 947, η έμμεση εκτέλεση θα πραγματοποιηθεί μόνον αν η υποχρέωση προς ανοχή πράξης και η απειλή των μέσων της (χρηματικής ποινής και προσωπικής κράτησης) περιλαμβάνονται σε δικαστική απόφαση πράγμα που σημαίνει ότι άλλος εκτελεστός τίτλος της Κ.Πολ.Δ. 904 παρ. 2, δεν μπορεί να στηρίξει την (έμμεση) εκτέλεση γι’ ανοχή πράξης, έστω κι αν η διαπίστωση της παράβασης μπορεί να γίνει μεταγενέστερα, με δικαστική απόφαση (Φαλτσή, Δίκαιο Αναγκαστικής Εκτέλεσης, παρ. 52 II 2, σελ, 78/9, Μπρίνιας όπ.π. παρ. 227, σελ. 629/30) (720/1991 Μ.Πρ.Χαλκ. δημ. Νόμος).
Στην κρινόμενη και από 13.05.2014 ανακοπή του και κατ’ εκτίμηση του δικογράφου αυτής, ο ανακόπτων ισχυρίζεται ότι με τη με αριθμό 83/2014 απόφαση του παρόντος δικαστηρίου που εκδόθηκε κατά την διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, αποκλείσθηκε ο ίδιος σαν ομόρρυθμος εταίρος από την ομόρρυθμη εταιρεία με την επωνυμία ………… που είχε συστήσει με τον καθ’ ου. Ότι ο τελευταίος στις 02.05.2014 επέδωσε στη λογίστρια της ως άνω εταιρίας αντίγραφο της εν λόγω απόφασης με παραγγελία του πληρεξουσίου του δικηγόρου να του παραδώσει τα βιβλία και όλα τα λογιστικά στοιχεία της εταιρίας. Με βάση το ιστορικό αυτό και για τους αναφερόμενους λόγους, ζητεί να ακυρωθεί κάθε πράξη αναγκαστικής εκτέλεσης και να καταδικαστεί ο καθ’ ου στη δικαστική του δαπάνη.
Στην υπό κρίση περίπτωση, όμως, ο ανακόπτων όχι μόνον δεν στρέφεται κατά επιταγής προς εκτέλεση αλλά δεν επικαλείται καν εκτελέσιμο τίτλο αναγκαστικής εκτέλεσης, πράγμα που το Δικαστήριο ερευνά αυτεπαγγέλτως, ως στοιχείο του απαιτουμένου εννόμου συμφέροντος, για την παραδεκτή άσκηση της ένδικης ανακοπής εκ μέρους του. Το γεγονός αυτό καθιστά την ανακοπή του αυτή απορριπτέα σαν απαράδεκτη, η οποία είναι, σύμφωνα με τα προεκτιθέμενα στη μείζονα σκέψη, απορριπτέα και για έλλειψη ενεργητικής νομιμοποίησης του ανακόπτοντος, αφού, όπως αναφέρεται σ’ αυτήν, δεν επιδόθηκε από τον καθ’ ου η ανακοπή στον ανακόπτοντα, επιταγή προς εκτέλεση, ώστε αυτός (ο ανακόπτων) να καταστεί υποκείμενο της εκτελεστικής διαδικασίας ήτοι καθ’ ου η εκτέλεση, ώστε να νομιμοποιείται να προσβάλει την ανωτέρω πράξη της εκτέλεσης. Η κρινόμενη ανακοπή, επομένως, πρέπει για τους παραπάνω λόγους ν’ απορριφθεί. Τα δικαστικά έξοδα του καθ’ ου, μετά από σχετικό αίτημά του (άρθρ. 191 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ.), πρέπει να επιβληθούν σε βάρος του ανακόπτοντα λόγω της ήττας του (άρθρ. 176 του Κ.Πολ.Δ.), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την ανακοπή.
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τον ανακόπτοντα στη δικαστική δαπάνη του καθ’ ου η ανακοπή, την οποία ορίζει στο ποσό των διακοσίων (200,00) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στο ακροατήριο αυτού του Δικαστηρίου στη Βέροια και σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση του στις 29 Αυγούστου 2014.