ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΛΑΚΩΝΙΑΣ (Παράλληλη έδρα Γυθείου) – ΕΙΔΙΚΕΣ Δ/ΣΙΕΣ (Ανακοπή κατά Δ/γής Πληρωμής –ΑΡ.ΑΠΟΦ. 68/20.12.2024_Δικαστής ΑΓΓ. ΝΑΝΟΠΟΥΛΟΥ, Πρωτοδίκης_Δικηγόρος γραφείου Κ.Εμακαρώνας_ ***** ΤΡΑΠΕΖΕΣ/FUNDS_Δωσιδικία με συμφωνία των διαδίκων κατά παρέκταση, 42 Κ.Πολ.Δ. _Άκυρος ο σχετικός όρος δανειακών συμβάσεων που δεν απετέλεσε αντικείμενο ατομικής διαπραγματεύσεως, δημιουργεί ανισορροπία σε βάρος του δανειολήπτη, αντίκειται στο άρθρ. 2 παρ. 6 ν.2251/1994_Ακυρώνει Δ/γή Πληρωμής ως εκδοθείσα από αναρμόδιο κατά τόπον Δικαστή.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΝΟΜΟΝ
Κατά τη διάταξη του άρθρου 632 παρ. 6 ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την τροποποίηση της με το άρθρο τέταρτο του άρθρου πρώτου του ν.4335/2015, το οποίο ισχύει και εφαρμόζεται κατά το άρθρο ένατο παρ.2 του άρθρου πρώτου του ίδιου ως άνω νόμου στις ανακοπές που ασκούνται από την 011.01.2016 και έπειτα, με την ανακοπή κατά της διαταγής πληρωμής μπορεί να σωρευθεί και αίτημα ακύρωσης των πράξεων εκτέλεσης, οι οποίες ενεργούνται με βάση αυτήν, αν συντρέχουν και οι προϋποθέσεις του άρθρου 218 ΚΠολΔ. Σύμφωνα με την τελευταία αυτή διάταξη, προϋπόθεση για την παραδεκτή σώρευση στο ίδιο δικόγραφο ανακοπής κατά διαταγής πληρωμής και ανακοπής κατά της εκτέλεσης είναι, μεταξύ άλλων, να υπάγονται αμφότερες στην καθ’ ύλην και κατά τόπο αρμοδιότητα του ίδιου Δικαστηρίου (ΑΠ 337/2006 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Αν δεν συντρέχει η προϋπόθεση αυτή, διατάσσεται και αυτεπαγγέλτως ο χωρισμός και η ανακοπή που ασκήθηκε αναρμοδίως (καθ1 ύλην ή κατά τόπο) παραπέμπεται στο αρμόδιο Δικαστήριο (άρθρο 218 παρ. 2 ΚΠολΔ). Περαιτέρω, η καθ’ ύλην αρμοδιότητα για την άσκηση της ανακοπής του άρθρ. 632 ΚΠολΔ κατανέμεται ανάμεσα στο Μονομελές και το Πολυμελές Πρωτοδικείο σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις των άρθρων 14 (ως αντικαταστάθηκε με το αρθ. 3 του ν. 5134/11.09.2024) και 18 ΚΠολΔ, ανάλογα με το ύψος της απαίτησης για την οποία εκδόθηκε η διαταγή πληρωμής, με την επιφύλαξη των διατάξεων που καθιερώνουν εξαιρετική αρμοδιότητα του Μονομελούς Πρωτοδικείου.
Αν ο ανακόπτων δεν εμφανισθεί κατά τη συζήτηση της ανακοπής ή εμφανισθεί, αλλά δεν μετάσχει κατά τον προσήκοντα τρόπο (π.χ. αν εμφανισθεί χωρίς πληρεξούσιο δικηγόρο, όταν είναι υποχρεωτική η παράσταση με δικηγόρο, ή αν παρασταθεί χωρίς την κατάθεση προτάσεων), το δικαστήριο ερευνά αυτεπαγγέλτως ποιος από τους διαδίκους επισπεύδει τη συζήτηση. Αν τη συζήτηση της ανακοπής επισπεύδει ο ανακόπτων ή ο καθ’ ου η ανακοπή και αυτός (ο ανακόπτων) έχει κληθεί νόμιμα και εμπρόθεσμα για τη συζήτηση της ανακοπής και δεν εμφανισθεί κατά την εκφώνηση της υπόθεσης από τη σειρά του οικείου πινακίου, η ανακοπή απορρίπτεται. Περαιτέρω, όμως, στην ως άνω διάταξη δεν προβλέπονται οι συνέπειες σε περίπτωση που απουσιάζει ο καθ’ ου η ανακοπή. Ελλείψει ειδικότερης ρύθμισης και κατ’ εφαρμογή του άρθρου 591 παρ. 1 εδ. α’ του ΚΠολΔ (όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 άρθρο τέταρτο του ν. 4335/2015) σύμφωνα με το οποίο: « τα άρθρα 1 έως 590 εφαρμόζονται και στις ειδικές διαδικασίες, εκτός αν αντιβαίνουν προς τις ειδικές διατάξεις των διαδικασιών αυτών…», εφαρμοστέα είναι η διάταξη του άρθρου 271 ΚΠολΔ (όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 άρθρο δεύτερο παρ. 2 του ν. 4335/2015) και οι ισχυρισμοί του ανακόπτοντος θεωρούνται ομολογημένοι από τον ερημοδικαζόμενο καθ’ ου η ανακοπή. Ειδικότερα, το δικαστήριο ερευνά και στην περίπτωση αυτή αυτεπαγγέλτως ποιος από τους διαδίκους επισπεύδει τη συζήτηση. Αν τη συζήτηση της ανακοπής επισπεύδει ο ανακόπτων και ο καθ’ ου η ανακοπή έχει κληθεί νόμιμα και εμπρόθεσμα για τη συζήτηση της ανακοπής και δεν εμφανισθεί κατά την εκφώνηση της υπόθεσης από τη σειρά του οικείου πινακίου, οι περιεχόμενοι στην ανακοπή πραγματικοί ισχυρισμοί του ανακόπτοντος θεωρούνται ομολογημένοι.
Με το δικόγραφο της κρινόμενης ανακοπής, οι ανακόπτοντες ζητούν, για τους διαλαμβανομένους ειδικότερον σ’ αυτήν λόγους, να ακυρωθεί η υπ’ αριθ………..διαταγή πληρωμής του δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Γυθείου, καθώς και η κοινοποιηθείσα από 03.09.2024 επιταγή προς πληρωμή, καταχωρησθείσα κάτω από το αντίγραφο του υπ’ αρ. πρώτου εκτελεστού απογράφου της ως άνω διαταγής πληρωμής, με την οποία υποχρεώνονται αλληλεγγύως και εις ολόκληρον να καταβάλουν στην καθ’ ής το ποσό των 40.000,00 εντόκως, υπό τη ρητή επιφύλαξη διεκδίκησης του συνολικώς οφειλομένου ποσού για απαίτησή της που απορρέει από την υπ’ αρ. ………σύμβαση στεγαστικού δανείου και τις πρόσθετες πράξεις αυτής, καθώς και δικαστική δαπάνη 1.229,79 ευρώ, σύνταξη επιταγής κλπ. 50,00 ευρώ και επίδοση αντιγράφου 50,00 ευρώ,. Η υπό κρίση ανακοπή στο δικόγραφο της οποίας παραδεκτώς κατ’ άρθρο 218 παρ. 1 ΚΠολΔ σωρεύονται ανακοπή του άρθρου 632 ΚΠολΔ και ανακοπή του άρθρου 933 του ιδίου Κώδικα, αρμοδίως φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος δικαστηρίου (κατά τις διατάξεις των άρθρων 7, 9, 10, 14 παρ. 2 σε συνδ. με άρθρα 632 παρ. 1 εδ. α* & 585 παρ. 2 και 933 παρ. 1 ΚΠολΔ), κατά την προκειμένη ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών των άρθρων 614 επ. ΚΠολΔ (κατ» άρθρο 632 παρ. 2 εδ. τελ. και 937 παρ. 3 ΚΠολΔ), ασκήθηκε νομοτύπως και εμπροθέσμως, δεδομένου ότι η μεν ανακοπτομένη διαταγή πληρωμής επιδόθηκε στους ανακόπτοντες την 05.09.2024 (βλ. τις υπ’ αρ. ……….. εκθέσεις επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Ναυπλίου …………..), η πρώτη καθ’ής όμως, δεν εμφανίσθηκε στην παρούσα δικάσιμι, όταν η υπόθεση εκφωνήθηκε κατά την οικεία σειρά του πινακίου , πρέπει δε να δικασθεί ερήμην (άρθρα 271 παρ. 2 εδ. αΚΠολΔ, 591 παρ. 1 εδ. α ΚΠολΔ, όπως το πρώτο αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 δεύτερο του Ν. 4335/2015 και το δεύτερο αντικαταστάθηκε με το με το άρθρο 1 τέταρτο του Ν. 4335/2015, και 937 παρ. 3 ΚΠολΔ) δεδομένου, ότι επί υποθέσεων εκδικαζομένων κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών, όπως οι ανακοπές των άρθρου 632 και 933ΚΠολΔ, τυγχάνουν εφαρμογής οι διατάξεις των άρθρων 272ΚΠολΔ ως προςτον ανακόπτοντα, ως διάδικο που εισάγει τη δίκη της ανακοπής και 271 παρ. 2 εδ. α’ και 3 του ΚΠολΔ ως προς τον καθ’ ου η ανακοπή, ως διάδικο κατά του οποίου στρέφεται το εισαγωγικό της δίκης δικόγραφο (άρθρο 591 παρ. 1 α’ΚΠολΔ), σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν και στην ανωτέρω νομική σκέψη. Εν προκειμένω, εφόσον η πρώτη καθ’ ης εκλήθη νομίμως και εμπροθέσμως, πρέπει να δικασθεί ερήμην και οι περιεχόμενοι στην ανακοπή πραγματικοί ισχυρισμοί του ανακόπτοντος θεωρούνται ως προς αυτήν ομολογημένοι.
Εν συνεχεία, η ανακοπή κατατέθηκε στη γραμματεία του Δικαστηρίου την 12.09.2024 και επιδόθηκε στην καθ’ ης την 16.09.2024, (βλ. την υπ’ αρ. …………….έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Αθηνών,) ολοκληρώθηκε εντός της προθεσμίας των δεκαπέντε εργασίμων ημερών του άρθρου 632 παρ. 2 ΚΠολΔ, όπως επίσης έχει ασκηθεί εμπρόθεσμα – κατ’ άρθρο 934 παρ. 1 περ. α’ ΚΠολΔ – και η σωρευομένη ανακοπή του άρθρου 933 ΚΠολΔ. Πρέπει, επομένως, να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω και ως προς τη νομική και ουσιαστική βασιμότητα των αυτών λόγων της.
Δυνάμει της με αρ. …………………σύμβασης στεγαστικού δανείου, η οποία συνήφθη στο Γύθειο (κατάστημα Γυθείου)…. μεταξύ της δικαιοπαρόχου ανωνύμου τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία ………………….και το διακριτικό τίτλο ……………και των ανακοπτόντων, και των από 16.08.2007 και 19.09.2010 προσθέτων πράξεων, οι οποίες αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της ανωτέρω συμβάσεως, η δικαιοπάροχος ως άνω τράπεζα χορήγησε στους ανακόπτοντες στεγαστικό δάενιο ποσού 70.000,00 ευρώ, προκειμένου να καλύψουν με αυτό στεγαστικές τους ανάγκες και δη την προσθήκη-ανέγερση κτιρίου. Η εν λόγω σύμβαση στεγαστικού δανείου τροποποιήθηκε με τις από 16.08.2007 και 10.09.2010 πρόσθετες πράξεις. Ο δεύτερος ανακόπτων συνεβλήθη ως εγγυητής υπέρ της πρώτης ανακόπτουσας, ευθυνόμενος αλληλεγγύως και εις ολόκληρον. Προς εξυπηρέτηση της σύμβασης στεγαστικού δανείου, ανοίχθησαν και τηρήθηκαν: Α) ο με αρ. ………………….λογαριασμός, ανοιχθείς την 16η.08.2007, ότε και εκταμιεύθηκε το δάνειο, με χρεωστικό υπόλοιπο λογαριασμού 70.000,00 ευρώ, ο οποίος λειτούργησε έως την 14η.10.2010, ότε και έκλεισε, για συστημικούς λόγους και το χρεωστικό του υπόλοιπο ποσού 70.307,54 ευρώ μετεφέρθη την ιδία ημερομηνία στον με αρ. ………λογαριασμό, Β) ο με αρ. …………….λογαριασμός, ο οποίος ανοίχθηκε την 14η. 10.2010, με χρωστικό υπόλοιπο ποσού 70.307,54 ευρώ εκ μεταφοράς για συστημικούς λόγους από τον με αρ. ………………….. λογαριασμό και ο οποίος λειτούργησε έως την 20η.02.2017, ότε και έκλεισε για συστημικούς λόγους και το χρεωστικό του υπόλοιπο ύψους 65.690,12 ευρώ μετεφέρθη την ιδία ημερομηνία στον με αρ. ………….λογαριασμό και Γ) ο με αρ. ……………………λογαριασμός, ο οποίος ανοίχθηκε την 20η.02.2017 εκ μεταφοράς για συστημικούς λόγους από τον με αρ. ……………λογαριασμό και ο οποίος λειτούργησε έως την 04η.10.2023, ότε και έκλεισε και εμφάνισε χρεωστικό υπόλοιπο ποσού 60.166,86 ευρώ, εκ του οποίου το ποσό των 57.781,39 ευρώ αποτελεί κεφάλαιο και το ποσό των 2.385,47 ευρώ αποτελεί λογιστικοποιημένους τόκους. Λόγω μη επιμελούς εκπληρώσεως των υποχρεώσεων των ανακοπτόντων, η καθ’ ης, την 04.10.2023, ως διαχειρίστρια των απαιτήσεων της τότε δικαιούχου εταιρείας ειδικού σκοπού με την επωνυμία…………………, αλλά και υπό τους όρους της υπ’ αρ. …………………….σύμβασης στεγαστικού δανείου, κατήγγειλε τη σύμβαση και έκλεισε οριστικώς τους ανωτέρω λογαριασμούς που την εξυπηρετούσαν, τα υπόλοιπα των οποίων διαμορφώθησαν κατά την ημέρα του κλεισίματος τους. Ο με αρ. ………………..λογαριασμός ενεφάνισε (κατά την ημέρα κλεισίματος του), την 04η. 10.2023, συνολικό χρεωστικό υπόλοιπο 60.166,86 ευρώ, ποσό το οποίο οι ανακόπτοντες κλήθηκαν να καταβάλουν έκαστος εις ολόκληρον, πλέον τόκων υπερημερίας , τυχόν τόκων εξ ανατοκισμού και εξόδων, μέχρις ολοσχερούς εξοφλήσεως από την 05η.10.2023, ήτοι την επομένη ημέρα του κλείσίματος των λογαριασμών, ως προκύπτει από τις υπ’ αρ. …………………………… εκθέσεις επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Ναυπλίου με έδρα το Πρωτοδικείο Σπάρτης).
• Οι ανακόπτοντες, με τον δεύτερο (2°) λόγο της ανακοπής τους ισχυρίζονται ότι η προσβαλλόμενη διαταγή εξεδόθη από τοπικά αναρμόδιο δικαστή (Πρωτοδίκη Γυθείου), εφόσον η σχετική ρήτρα που υπήρχε στη σύμβαση σύμφωνα με την οποία για κάθε διαφορά που θα προκύψει από την παρούσα σύμβαση κατά τόπον αρμόδια θα είναι και τα δικαστήρια της έδρας της τράπεζας ομού με τις λοιπές από το νόμο καθιερωμένες βάσεις αρμοδιότητας είναι άκυρη αφού ο τόπος κατοικίας τους και τότε και τώρα, ο τόπος κατάρτισης της σύμβασης και ο τόπος εκτέλεσης της παροχής είναι η Σπάρτη και θα έπρεπε να τύχουν εφαρμογής οι γενικές διατάξεις των άρθρων 22 επόμενα του ΚΠολΔ. Ο λόγος αυτός τυγχάνει νόμιμος, ερειδόμενος στη διάταξη του άρθρου 2 § 6 του ν. 2251/1994 και πρέπει να εξετασθεί περαιτέρω κατά την ουσιαστική του βασιμότητα.
Ειδικότερον, ως προς την συντρέχουσα ειδική δωσιδικία της συμβάσεως (άρθρο 33ΚΠολΔ) σημειώνεται ότι οι διαφορές από τα δικαιώματα τα εκ δικαιοπραξίας μπορούν να εισαχθούν στο δικαστήριο στην περιφέρεια του οποίου ευρίσκεται ο τόπος καταρτίσεως της δικαιοπραξίας ή ο τόπος που πρέπει να εκπληρωθεί η παροχή. Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 42 ΚΠολΔ, η συμφωνία των διαδίκων, με την οποία τακτικό δικαστήριο γίνεται αρμόδιο μελλοντικές διαφορές, είναι έγκυρη μόνο αν είναι έγγραφη και αναφέρεται σε ορισμένη έννομη σχέση, απ’ την οποία θα προέλθουν οι διαφορές. Από το σύνολο του προσκομιζόμενου αποδεικτικού υλικού απεδείχθη ότι πράγματι στα άρθρα 1.1,19.1, 20.1 της συμβάσεως υπάρχει όρος σύμφωνα με τον οποίο για κάθε διαφορά που θα προκύψει από την παρούσα σύμβαση κατά τόπον αρμόδια θα είναι τα Ελληνικά Δικαστήρια, ενώ ο έγγραφος τύπος αποτελεί συστατικό τύπο εάν πρόκειται περί δικαιοπραξίας. Πλην όμως, με τον όρο αυτό, που δεν αποτέλεσε αντικείμενο ατομικής διαπραγμάτευσης, όπως απαιτείται κατά το αρθρ. 42 ΚΠολΔ, δημιουργείται σημαντική ανισορροπία σε βάρος των ανακοπτόντων μεταξύ των εκ της συμβάσεως δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των διαδίκων. Και τούτο, διότι αφενός μεν οι ανακόπτοντες είναι μόνιμοι κάτοικοι Σπάρτης, αφετέρου, η επιλογή των καθ’ ων να επιλέξουν το Δικαστήριο του Γυθείου, ως τόπου της έδρας της, και να αποκλείσουν το Δικαστήριο της Σπάρτης, ήτοι το Δικαστήριο της κατοικίας των ανακοπτόντων και του τόπου εκπληρώσεως της παροχής – ο οποίος, με βάση τις περιστάσεις και την φύση της ενοχικής σχέσης (320 ΑΚ), συνάγεται, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, ότι είναι επίσης η Σπάρτη, είναι επιλογή αυθαίρετη, εφόσον γίνεται χωρίς να υφίσταται κάποιο εύλογο προς τούτο συμφέρον της, δεδομένου του οικονομικού μεγέθους των καθ’ ων και της δυνατότητάς τους να έχουν αξιόλογη νομική παράσταση σε όλες τις πόλεις της Ελλάδας, με βάση και τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής. Συνεπώς, η επιλογή του Δικαστή του παρόντος Δικαστηρίου για να εκδώσουν η καθ’ ων την επίδικο διαταγή πληρωμής, ως τόπου της έδρας τους, μολονότι ο τόπος κατοικίας των οφειλετών, ο τόπος καταρτίσεως της συμβάσεως αλλά και ο τόπος εκπληρώσεως της παροχής είναι η Σπάρτη, δημιουργεί σημαντική ανισορροπία σε βάρος των αιτούντων και αντίκειται στην § 6 του άρθρου 2 του ν. 2251/1994, συντελείται δε και στην συνομολόγηση ρήτρας συντρέχουσας αρμοδιότητας περισσότερων του ενός δικαστηρίων, καθώς και πάλι η συμφωνία αυτή δεν αποτελεί προϊόν διαπραγμάτευσης, αλλά τυχόν άρνηση του καταναλωτή να τη συνομολογήσει, ματαιώνει τη σύναψη της συμβάσεως.
Επομένως ο λόγος αυτός της ανακοπής που πλήπει την εγκυρότητα του τίτλου λόγω της απαιτήσεως που ενσωματώνει κατά τα ανωτέρω, αποδεικνύεται βάσιμος και από ουσιαστική άποψη, απορριπτομένου του σχετικού ισχυρισμού της δευτέρας των καθ’ ων, παρελκούσης πλέον, ως άνευ αντικειμένου, της εξετάσεως της βασιμότητος των λοιπών λόγων της και για αυτό πρέπει η κρινομένη ανακοπή να γίνει δεκτή και να ακυρωθεί η υπ’ αριθ. ……..Διαταγή Πληρωμής του δικαστού του Μονομελούς Πρωτοδικείου Γυθείου και η από 03.09.2024 επιταγή προς πληρωμή, καταχωρησθείσα κάτω από το αντίγραφο του υπ’ αρ. πρώτου εκτελεστού απογράφου της ως άνω διαταγής πληρωμής. Επίσης, πρέπει να καθοριστεί το προκαταβλητέο παράβολο ερημοδικίας για την περίπτωση άσκησης ανακοπής ερημοδικίας κατά της παρούσας απόφασης από την ερήμην δικασθείσα πρώτη των καθ’ ων η ανακοπή (άρθρα 501, 502 παρ. 1 και 505 παρ. 2 ΚΠολΔ), ως προς . τη σωρευόμενη εκ του άρθρου 632 ΚΠολΔ ανακοπή κατά της διαταγής πληρωμής, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας. Ως προς τη σωρευόμενη εκ του άρθρου 933 ΚΠολΔ ανακοπή, δικαστικά έξοδα δεν θα επιδικασθούν υπέρ της πρώτης των καθ’ων η ανακοπή, ελλείψει σχετικού αιτήματος ως εκ της ερημοδικίας της, λόγω της οποίας δεν υποβλήθηκε σε δικαστικά έξοδα, ενώ κατά τα λοιπά τα δικαστικά έξοδα των ανακοπτόντων ως προς τη σωρευομένη εκ του άρθρου 933 ΚΠολΔ ανακοπή, πρέπει να επιβληθούν σε βάρος της δεύτερης των καθ’ ων η ανακοπή, λόγω της ήττας της, με βάση και το σχετικό αίτημα των ανακοπτόντων, (άρθρα 176 και 191 παρ.2 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με άρθρα 63 παρ. 1 στοιχ. ια\ 66, 68 παρ. 1 του ν. 4194/2013), προσδιοριζόμενων βάσει του ποσού της απαίτησης για το οποίο επισπεύστηκε η εκτέλεση (ΑΠ 905/2011 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 328/2003 ΧρΙΔ 2003,547), σύμφωνα με τα οριζόμενα ειδικότερα στο διατακτικό της παρούσας. Παράβολο ερημοδικίας δεν ορίζεται ως προς τη σωρευόμενη εκ του άρθρου 933 ΚΠολΔ ανακοπή κατά της πράξης της αναγκαστικής εκτέλεσης, καθόσον, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 937 παρ. 1 περ. β’ ΚΠολΔ (ως ισχύει μετά την τροποποίηση του με το άρθρο 59 του Ν. 4842/2021 και εφαρμόζεται σύμφωνα με την παρ.δβ άρθρου 116 του αυτού νόμου και για τις αποφάσεις που θα δημοσιευθούν μετά από την έναρξη ισχύος του, ήτοι από 01-01-2022 και έπειτα) στις δίκες τις σχετικές με την εκτέλεση δεν επιτρέπεται ανακοπή ερημοδικίας.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ ερήμην της πρώτης των καθ’ ων και αντιμωλία των λοιπών διαδίκων.
ΟΡΙΖΕΙ το προκαταβλητέο παράβολο ανακοπής ερημοδικίας για την πρώτη καθ’ ης, ως προς τη σωρευομένη ανακοπή του άρθρου 632 ΚΠολΔ, οτο ποσό των διακοσίων ευρώ (200,00 ευρώ).
ΔΕΧΕΤΑΙ την ανακοπή.

ΑΚΥΡΩΝΕΙ την υπ αριθ…………………Διαταγή Πληρωμής του Δικαστού του Μονομελούς Πρωτοδικείου Γυθείου και την από 03.09.2024 επιταγή προς πληρωμή, καταχωρησθείσα κάτω από το αντίγραφο του υπ’ αρ. ……………πρώτου εκτελεστού απογράφου της ως άνω διαταγής πληρωμής.

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τη δευτέρα των καθ’ων στα δικαστικά έξοδα των ανακοπτόντων, συμμέτρως, προς τον καθένα χωριστά, τα οποία ορίζει στο ποσό των επτακοσίων (700) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ, ΑΠΟΦΑΣΙΣΘΗΚΕ και ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου στο Γύθειο Λακωνίας, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους, στις 20-12-2024.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΥΣ
Αγγελική Νανοπούλου Λεονώρα Πλαγιαννάκου