Δικαστήριο: Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών Αρ. απόφασης: 17806/2014
Δικαστές: Σ. – Β. Αλεξοπούλου. Πρόεδρος Πρωτοδικών Δ.Δ., Α. Θεοδωρίδης, Πρωτοδίκης Δ.Δ., Θ. Νικολάου(Εισηγήτρια) Πάρεδρος Δ.Δ.
Δικηγόρος του γραφείου: Κ. Ε. Μακαρώνας
*
Αίτηση αναθεώρησης απόφασης που απέρριψε προσφυγή κατ’ αποφάσεως επιβολής προστίμου Κ.Β,Σ._ Προϋποθέσεις της, ως εκτάκτου ενδίκου μέσου, είναι λόγοι μη αναγόμενοι σε σφάλματα της αποφάσεως αλλ’ εκείνοι του άρθρ. 103 Κ.Δ.Δ,_ Μη νομιμοποίηση υπογράφοντος την προσφυγή δικηγόρου και απόρριψη της προσφυγής ως απαραδέκτου_ Επίδοση σε παλαιά διεύθυνση δικηγόρου_ Κρίση ότι τα στοιχεία περί μη εικονικότητας του τιμολογίου λόγω αμετάκλητης απόφασης του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών που έκρινε ότι τούτο δεν είναι εικονικό δεν οδηγούν στην αναθεώρηση διότι η προσφυγή απορρίφθηκε ως απαράδεκτη και δεν εξετάσθηκε η ουσία της_ Απορρίπτει αίτηση.
*
- Ζητείται παραδεκτώς, εξαφάνιση της απόφασης του δικαστηρίου τούτου. Με την
τελευταία απορρίφθηκε η με ημερομηνία κατάθεσης προσφυγή της αιτούσας κατά της με αρ. ………απόφασης επιβολής προστίμου Κ.Β.Σ. του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Δ’ Αθηνών.
- Επειδή, ο κυρωθείς με το άρθρο πρώτο του ν. 2717/1999 (Φ.Ε.Κ. Α’ 97) Κώδικας Διοικητικής Δικονομίας ορίζει στο άρθρο 101 ότι «Σε αναθεώρηση υπόκεινται μόνο τελεσίδικες ή ανέκκλητες αποφάσεις», στο άρθρο 103 ότι «1. Η αναθεώρηση επιτρέπεται μόνο αν: α) η προσβαλλόμενη απόφαση στηρίζεται σε ψευδή κατάθεση μάρτυρα ή δήλωση διαδίκου, σε ψευδή έκθεση πραγματογνώμονα ή σε πλαστά ή νοθευμένα έγγραφα και τα περιστατικά αυτά προκύπτουν από αμετάκλητη απόφαση ποινικού δικαστηρίου, ή β) μετά την έκδοση της απόφασης περιήλθαν σε γνώση του διαδίκου που ζητά την αναθεώρηση κρίσιμα έγγραφα, τα οποία υπήρχαν πριν από τη δίκη, αλλά δεν γνώριζε την ύπαρξή τους, ή γ) η προσβαλλόμενη απόφαση στηρίζεται σε απόφαση πολιτικού, ποινικού ή διοικητικού δικαστηρίου, η οποία ανατράπηκε αμετακλήτως μετά την τελευταία συζήτηση. 2. Λόγος αναθεώρησης, που μπορούσε να προβληθεί με έφεση, απαραδέκτως προβάλλεται με αίτηση αναθεώρησης.» και στο άρθρο 105 παρ. 1 ότι «Αν γίνει δεκτός λόγος αναθεώρησης, η προσβαλλόμενη απόφαση εξαφανίζεται και επακολουθεί νέα εξέταση της υπόθεσης μέσα στα όρια του λόγου αυτού». Με τις διατάξεις αυτές προβλέπεται η αίτηση αναθεώρησης ως έκτακτο ένδικο μέσο κατά δικαστικής απόφασης προς ανατροπή του δεδικασμένου, το οποίο απορρέει από αυτήν, για ορισμένους λόγους, οι οποίοι δεν ανάγονται σε σφάλματά της και ορίζονται περιοριστικά στο προαναφερθέν άρθρο 103 του Κ.Δ.Δ. (πρβλ. Σ.τ.Ε. 1559/2014). Ειδικότερα, το εν λόγω ένδικο μέσο έχει ως σκοπό την ανατροπή των πραγματικών περιστατικών που βεβαιώνονται στην προσβαλλόμενη απόφαση (πρβλ Σ.τ.Ε. 1410/2010), με την επίκληση, μεταξύ άλλων, εγγράφων που υπήρχαν πριν από τη δίκη αλλά ο αιτών δε γνώριζε την ύπαρξη τους και είναι κρίσιμα για την ένδικη υπόθεση, υπό την έννοια ότι αν είχαν τεθεί υπόψη του δικαστηρίου θα ήγαν σε διαφορετική κρίση αυτού επί του επίδικου ζητήματος (πρβλ Σ.τ.Ε. 2303/2013).
- Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση από τα στοιχεία της δικογραφίας προκύπτουν τα εξής: Με την προσβαλλόμενη απόφαση του Δικαστηρίου τούτου απορρίφθηκε ως απαράδεκτη, λόγω μη νομιμοποίησης του υπογράφοντος αυτή δικηγόρου, η προσφυγή της αιτούσας κατά της απόφασης του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Δ’ Αθηνών περί επιβολής σε βάρος της, κατά το άρθρο 5 του ν. 2523/1997, προστίμου ύψους ……….ευρώ, για λήψη εικονικού Τιμολογίου Πώλησης -Δελτίου Αποστολής, εκδόσεως, κατά τη διαχειριστική περίοδο….. . Η ως άνω κρίση σχηματίστηκε, αφού λήφθηκε υπόψη, ότι η αιτούσα, αν και κλητεύθηκε νομότυπα για να παραστεί στη νομίμως ορισθείσα δικάσιμο, σύμφωνα με το από αποδεικτικό επίδοσης του επιμελητή δικαστηρίων αφενός δεν προέβη σε διορισμό του προαναφερόμενου δικηγόρου με τους προβλεπόμενους από τις οικείες διατάξεις (άρθρο 30 Κ.Δ.Δ.) τρόπους, μέχρι την πρώτη συζήτηση της υπόθεσης στις …………αφετέρου, κατά την συζήτηση αυτή ούτε παραστάθηκε με πληρεξούσιο δικηγόρο ούτε εμφανίστηκε κάποιος εκπρόσωπος της για να εγκρίνει την άσκηση της προσφυγής.
- Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση αναθεώρησης και το νομίμως κατατεθέν στις 20.10.2014 υπόμνημα η αιτούσα εταιρεία επιδιώκει την αναθεώρηση της προσβαλλόμενης απόφασης, προβάλλοντας ότι μετά την τελεσιδικία αυτής περιήλθαν σε γνώση της κρίσιμα στοιχεία από τα οποία προκύπτει: α) ότι ουδέποτε κοινοποιήθηκε νομίμως σε αυτή κλήση για να παραστεί κατά τη συζήτηση της ως άνω προσφυγής, με συνέπεια να απορριφθεί λόγω μη νομιμοποίησης του υπογράφοντος αυτή δικηγόρου και β) ότι το τιμολόγιο εκδόσεως, για την λήψη του οποίου της επιβλήθηκε το αμφισβητηθέν με την ως άνω προσφυγή πρόστιμο, δεν είναι εικονικό. Συγκεκριμένα, διατείνεται ότι στις αρχές Ιανουαρίου 2014 και με αφορμή την επιβολή αναγκαστικής κατάσχεσης σε βάρος της προσωπικής περιουσίας του εκκαθαριστή της, ανακαλύφθηκε από τον τελευταίο η ύπαρξη της προσβαλλόμενης απόφασης, η οποία ουδέποτε της κοινοποιήθηκε, καθώς και ότι η κλήτευσή της για την συζήτηση της επίμαχης προσφυγής, η πραγματοποίηση της οποίας βεβαιώνεται στο μη αναφερόμενο σε αυτή – και μη ανευρεθέν – από επιδοτήριο, αποκλείεται να είναι νόμιμη, δεδομένου ότι από δύο άλλα αποδεικτικά επίδοσης κλήσης, με ημερομηνία και του επιμελητή δικαστηρίων προκύπτει, αφενός η επίδοση με θυροκόλληση στην παλαιά διεύθυνση της έδρας του υπογράψαντος δικηγόρου (παρά το γεγονός ότι στο ίδιο επιδοτήριο αναφέρεται η νέα του διεύθυνση) και αφετέρου η επίδοση στην αναφερόμενη στο καταστατικό της έδρα της επί της οδού (παρά το γεγονός ότι στην επίμαχη προσφυγή της αναφέρει ότι, κατά το χρόνο άσκησής αυτής, είχε ήδη λυθεί, με αποτέλεσμα να μην έχει πια έδρα). Επίσης, υποστηρίζει ότι, κατά το ίδιο χρονικό σημείο, και με την ίδια αφορμή, ο ως άνω εκκαθαριστής της πληροφορήθηκε την έκδοση της ήδη αμετάκλητης απόφασης του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, με την οποία κρίθηκε ότι το επίμαχο τιμολόγιο δεν ήταν εικονικό. Προς απόδειξη των ανωτέρω ισχυρισμών της προσκομίζει, μεταξύ άλλων, τα εξής στοιχεία σε φωτοτυπικό αντίγραφο: α) την με αρ. πράξη της Συμβολαιογράφου Αθηνών περί λύσης της, το με αρ. 4626/03.08.1995 Φ.Ε.Κ. τ. Α.Ε. – Ε.Π.Ε. περί δημοσίευσής της και την από βεβαίωση διακοπής δραστηριότητας της Δ.Ο.Υ. Α Ελευθ. Επαγγ., β) τα από ………και από ……..αποδεικτικά επίδοσης του επιμελητή δικαστηρίων Νικολάου Κωσταριά, γ) την……….απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών (Τμήμα 3ο Τριμελές) και την με αρ. πρωτ…………βεβαίωση της Προϊσταμένης του Τμήματος .Ενδίκων Μέσων του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, περί μη άσκησης αναίρεσης κατ’ αυτής.
- Επειδή, ενόψει των ανωτέρω, τα στοιχεία που επικαλείται η αιτούσα σχετικά με τη μη νόμιμη κλήτευσή της να παρασταθεί στην συζήτηση της προσφυγής της, επί της οποίας εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, δεν αφορούν, όπως η ίδια συνομολογεί, δεδομένα σχετικά με την κλήτευση που διενεργήθηκε για τη δίκη αυτή, σύμφωνα με το από ……………αποδεικτικό επίδοσης του επιμελητή δικαστηρίων ούτε αποτελούν έγγραφα που δεν ήταν γνωστά στο Δικαστήριο, κατά το σχηματισμό της οικείας κρίσης και, ως εκ τούτου, δεν στοιχειοθετούν κρίσιμα στοιχεία προς ανατροπή του δεδικασμένου της προσβαλλόμενης απόφασης, κατά την έννοια των προπαρατεθεισών στη σκέψη 2 της παρούσας διατάξεων. Περαιτέρω, τα στοιχεία που επικαλείται η αιτούσα σχετικά με την μη εικονικότητα του επίμαχου τιμολογίου δεν μπορούν να οδηγήσουν σε αναθεώρηση της προσβαλλόμενης απόφασης, αφού με την τελευταία απορρίφθηκε η κριθείσα με αυτή προσφυγή ως απαράδεκτη και δεν εξετάστηκε η ουσία της υπόθεσης, στην οποία τούτα αναφέρονται.